Πέμπτη 30 Απριλίου 2009

ΤΑΞΙΔΙ Ή ΕΞΟΡΙΑ;

"Ο έρωτας είναι εξορία, με μερικές καρτ-ποστάλ από την πατρίδα, πότε-πότε".

Δεν το είπα εγώ - θα ήθελα - το είπε ο Μπέκετ, Samuel Beckett (1906-1989), το μετέφρασε ο Αχιλλέας Αλεξάνδρου, έργο First Love, ανέβηκε ως Πρώτος Έρωτας το τετραήμερο που μας πέρασε στο θέατρο Αργώ στο Μεταξουργείο, με το Δημήτρη Καταλειφό.

Όπου μέσα σε ένα φαινομενικά άσχετο παραλήρημα ενός φαινομενικά διαταραγμένου ανθρώπου πέφτουν οι πλέον οδυνηρές περί έρωτος και ανθρώπινης φύσης ατάκες, τύπου "δε συνηθίζω να γδύνομαι αδιακρίτως", με κορύφωση την κατάληξη του έργου ότι "άλλωστε τον έρωτα δεν τον παραγγέλνεις".

Μου αρέσει ο Μπέκετ, ο Καταλειφός ομοίως, ενώ ο έρωτας από γενέσεως κόσμου, όρα το πλατωνικό Συμπόσιο όπου απλώς μεταφέρονται παλαιότερες απόψεις, ο αρχαιότατος των θεών γαρ, απασχολεί το γένος των ανθρώπων.

Μου αρέσει το Συμπόσιο (Συμπόσιον ή Περί Έρωτος είναι ο πλήρης τίτλος, για να μην ξεχνιόμαστε). Κι αυτή τη φορά το κουβάλησα μαζί μου ως την Πάτρα, σε έκδοση της Λειψίας παλαιότατη και φορητότατη, έτσι, γιατί αυτό το βιβλίο που ταξίδεψε σε τόσες χώρες και τόσα χέρια πριν έρθει σε μένα, του οφειλόταν να πάει ως την Πάτρα. Αποφάσισα. Μου αρέσει ο μύθος του πλατωνικού Αριστοφάνη με τα τέσσερα χέρια και τέσσερα πόδια των στρογγυλών όντων που ήταν τόσο πλήρη που απείλησαν τους θεούς κι εκείνοι αμείλικτοι με μία κάθετη τομή τους έκοψαν στα δύο. Κι από τότε παραδέρνουν με την ελπίδα ότι θα ξαναενωθούν. Και ιδού η ιδέα της θέωσης διά του έρωτος.

Και παρακάτω: περί έρωτος και πως ερωτευόμαστε και περί ιδεών και περί αρχετύπων: επαγωγικά. Από το συγκεκριμένο σώμα στην αναγνώριση του ωραίου σε ξένα σώματα κι από κει στην ιδέα του ωραίου. Και ποιος να έρθει να μας πει τι μετά από αυτό;

Κι άλλο ένα, food for thought, και μιας και το άρχισα με θέατρο να το συνεχίσω γιατί μια καλή παράσταση μπορεί να σε πάει μακριά, πολύ μακριά, πιο πέρα από κει που θα μπορούσες να έχεις ποτέ φανταστεί: έργο παλαιό, τελείωσε πέρυσι, αφού παίχτηκε για δύο χρόνια, "Με τη σιωπή", Αλεχάντρο Κασόνα, θέατρο Βεάκη, Μίρκα Παπακωνσταντίνου, ερμηνεία που έσφαζε, σκηνοθεσία Νίκος Καραγεώργος, τότε καθηγητής του μικρού αδελφού, ο οποίος άλλωστε με παρακίνησε. Και η ατάκα που μας συνοδεύει έκτοτε για να ξορκίζουμε ό, τι άσχημο: "Δεν υπάρχεις". Αφορμή όχι μόνον ο έρωτας, η σημερινή συζήτηση περί αρχαίων συγγραφέων και της νέας ελληνικής περιρρέουσας ασκήμιας. Αυτή είναι η απάντησή μας "Δεν υπάρχεις".

Κατά τα λοιπά, τριήμερο έρχεται, ήλθε για κάποιους ήδη, πόρτες ανοιχτές, πρώτο βράδυ, καθώς μπαίνουμε επισήμως σε μία ώρα παρά κάτι στο Μάιο, κι έξω τριανταφυλλιές ανθισμένες, τα τριαντάφυλλα του Μαΐου, που καλύτερο δεν είχα ποτέ, από πολύ παλιά. Πόρτες ορθάνοιχτες, λοιπόν, η πόλη ησυχάζει, παρεκτός κανένα ασθενοφόρο, πολλά ασθενοφόρα βλέπω εσχάτως, πληθύνανε ή εγώ τα παρατηρώ; Η υγρασία υποχωρεί, δεν έχει ακόμη ζέστη αφόρητη, έχει ξαστεριά και την υπόσχεση ενός νέου ταξιδιού.

Διαβάζω αρχαίους, στο πρωτότυπο ή σε μετάφραση, διαβάζω Ιλιάδα ξανά, για να θυμηθώ ότι όταν κάποιος δεν έχει λόγια κατά το κοινώς λεγόμενον, έχει "έρκος οδόντων", ένα τείχος από δόντια ορθώνεται μπροστά στη γλώσσα του και αδυνατεί να αρθρώσει λόγο. Ας το έχουμε υπόψη ως φράση, ως έννοια, ως στάση. Τα δόντια δεν είναι μόνο για να δαγκώνουν.

Ακούω τα ασθενοφόρα στην ησυχία της νύχτας. Και τις κομμένες εξατμίσεις ενίοτε των ντελίβερι. Νόμιζα ότι δεν ήτο νόμιμο, λάθος θα έκανα πάλι...

Καλά να περάσετε, κι όταν επιστρέψετε με το καλό, τα υπόλοιπα.

Δευτέρα 27 Απριλίου 2009

QUICK NOTE

Η φωτό από την Ύδρα, καλοκαίρι του 2008.

Η ανάρτηση χωρίς ιδιαίτερο λόγο, για τη διάθεση, το τραγούδι που ακολουθεί και κυρίως το παρακάτω:

"We' ll be meeting again quite soon" he said quietly. "You can't shake me off. The Wandering Jew, you know [...] I' d say something like 'Come back to us soon', if I didn't have the feeling that you weren't going to. I' m damned if I know why. But that we' ll meet again I'm sure."
Lawrence Durrell, Clea, Book III: III.

Αλλέως πως, ότι, μέσα στα δισεκατομμύρια των ανθρώπων, άπαξ και συναντηθούν οι άνθρωποι, δε χάνονται.

Εξ αφορμής, ξαναδιαβάζω το Συμπόσιο του Πλάτωνα.

Και ακούω;

Θα βρεθούμε ξανά
, Μουσική: Νότης Μαυρουδής, Στίχοι: Τάσος Σαμαρτζής, εδώ σε εκτέλεση Παντελή Θαλασσινού.

Παρασκευή 24 Απριλίου 2009

ΕΞΑΡΧΕΙΑ

Γιατί, εκεί που θα πήγαινα άλλο ένα ταξίδι, δεν πήγα. Πήγα όμως στα Εξάρχεια. Αφορμή φίλος καλός.
Τα Εξάρχεια είναι ταξίδι, κυρίως στο χρόνο. Φοιτήτρια, ναι. Ήταν η εποχή που ήταν του συρμού τα Εξάρχεια και που κορασίδες τινες με βλέψεις ηρωίδας ιάμβου συχνάζαμε.
Έκτοτε περιστασιακά και παρεμπιπτόντως μόνο. Στον Ψυχογιό, μέχρι που έφυγε. Στην πλατεία σχεδόν ποτέ. Μέχρι που μετακόμισε και το Food Company στη γωνία και αναγκαστικά το ακολούθησα για κείνο το θεϊκό carrot cake.
Βόλτες κάποια πρωινά έτσι άσκοπα με έφερναν ως εκεί, Οδός Πανός, πάντα χάζευα βιτρίνα, δεν ξέρω γιατί, κάπως με συγκινούσε.
Χτες τα Εξάρχεια τα είδα ως τουρίστας με ξεναγό κανονικότατο, κάτοικο Εξαρχείων. Πεζόδρομοι, πράσινο, το πάρκο της Ναυαρίνου, και κανείς δε με κοίταζε καχύποπτα, ησυχία, αλλά όχι απειλή, ειρηνική και όμορφη και ανθρώπινη και πολυπόθητη ησυχία, γκράφιτι, μα βάλτε παντού γκράφιτι, αφού κανείς δε συγκινείται με το πράσινο, ας μας ξεκουνήσει το πολύχρωμο. Και προπάντων σε λευκή πόρτα γκαράζ, ένα "σ' αγαπώ" σε γκράφιτι ωραιότατο κι επιτέλους αφήστε τον έρωτα να στολίσει την τέχνη μας και την πόλη μας μαζί.

Τα Εξάρχεια είναι για φαγητό, πολλά μέρη. Χτες πήγα στο Salero και μου άρεσε πολύ, και κρασί Cava, όταν δε φέρει Cava Rosado, εγώ εκεί θα μπαστακωθώ και δε θα με κουνάει κανείς. Έχει και αυλή, και μια άλλη απέναντι, ας ανοίξει ο καιρός κι εγώ θα πάω, ναι θα πάω.
Και το Γιάντες. Αυτά μου αρέσουν. Έχει κι άλλα, θα ξαναπάω, θα ξαναφάω, και θα επανέλθω.

Για μένα, λοιπόν, τα Εξάρχεια, είναι πεζόδρομοι, άνθρωποι που σε χαιρετάνε στο δρόμο, άνθρωποι ανοιχτοί στον Άλλον - αυτός είμαι εγώ - και ωραίο φαγητό, διόλου δεν το υποτιμώ.
Ας κάνουμε λίγο πιο συλλογική αυτή την ανάρτηση. Τι είναι για σας τα Εξάρχεια;

Ακούω Άμλετ της Σελήνης, μια σπάνια εσχάτως βραδιά που μένω σπίτι και ησυχάζω. Μουσική: Θάνος Μικρούτσικος, Στίχοι: Μάνος Ελευθερίου, Εκτέλεση: Χρήστος Θηβαίος, τραγούδι που γράφτηκε συγκεκριμένα, πολύ συγκεκριμένα, και γι' αυτό το θυμήθηκα με αφορμή το σχόλειο του "μαθητή Γ Λυκείου" στην ανάρτησή μου για την εκδρομή.
"Πως η ζωή χαρίζεται χωρίς ν' ανατραπεί", λέει το τραγούδι, υπόψιν. Επίσης υπάρχει το "Όπου να ΄ναι θα ΄ρθω να σε βρω", Νικόλας Άσιμος φυσικά, το είχα σε παλαιότερη ανάρτηση, δώστε βάση στο στίχο, κι αν δεν είναι ύψιστο ερωτικό άσμα, τότε τι είναι;

Τρίτη 21 Απριλίου 2009

ΘΕΡΜΟ










...και, για μας, πήγαμε, φάγαμε, ήπιαμε, λιαστήκαμε, φωτογραφηθήκαμε, υπογράψαμε πεντέξι αντίτυπα μεταξύ ούζου και καλαμαρακίου και...ήρθαμε!

Θέρμο Αιτωλίας, χώρος ιστορικός, έδρα του Θερμίου Απόλλωνος, θεού αρχαιοτάτου, έδρα του ναού του θεού, και εκείνου της αδερφούλας του, Αρτέμιδος, έδρα της Αιτωλικής Συμπολιτείας αργότερα...χώρος αρχαιολογικός επισκέψιμος, με ελάχιστο μουσείο, όπου ατάκτως ερριμμένα κείνται αρχαία τινά, τώρα όμως αποπερατούται νέο μουσείο, σχόλια επί της αρχιτεκτονικής και της εν γένει αισθητικής του εν ευθέτω, τώρα δεν αδειάζω.

...και πολύ αργότερα, Θέρμο εστί γενέθλια γη για μας και χώρος της πρώτης ανασκαφής μου, σωτήριον έτος 1996. Θέρμο, λοιπόν, η γη των προγόνων, από πάντα εκεί, από πολύ παλιά τουλάχιστον, εκεί γεννήθηκα, εκεί μεγάλωσα, εκεί επιστρέφω.

Προπάντων το Πάσχα. Και φέτος ήταν Πάσχα πασχαλινό, κανονικό κι ωραίο, με τους 30 βαθμούς του, με τις νεραντζιές να μη μ' αφήνουν σε χλωρό κλαρί, κυριολεκτικά, κι αποφάσισα, αντί να σκορπίζομαι κάθε που μυρίζω άνθος νεραντζιάς, να χαίρω που δύναμαι να τσακίζομαι κάθε χρόνο ομοίως και είθε να έχω τας φρένας και τας αισθήσεις μου στη θέση τους ως το πέρας των ημερών μου και ας με κάνουν κομματάκια οι νεραντζιές. Και πασχαλιές στην εκκλησία - Κοίμησις της Θεοτόκου, η μητρόπολή μας, πρόσφατα αποκαλυφθείσα η υπέροχη πέτρινη όψη της, κάτω από απαισιότατο κιτρινωπό σοβά, και στα σπίτια και σε αγρούς εγκαταλειφθέντες κι εκεί οι πασχαλιές, οι πασχαλιές διόλου εγκαταλειφθείσες, έκπαγλες, το μάθαμε πια το επίθετο όλοι, ναι;

Και τριανταφυλλιές, και γιασεμιά και γλυκιές βραδιές σχεδόν Μαΐου, και βουνά όσο φτάνει το μάτι, και λίγα χιόνια στο βάθος, εκεί που τα βουνά γίνονται σχεδόν μπλε. Κι ένα απ΄αυτά το τριγωνικό βουνό, ο Μηλιός, που ανεβήκαμε ως την κορφή ένα ζεστό αυγουστιάτικο ξημέρωμα ακριβώς πριν φύγω για την Αμερική, Κουρ θυμάσαι;

Και φυσικά η λίμνη. Όπως η λίμνη της Λένας, εξάλλου δε μου ήρθε επιφοίτηση, η λίμνη υπάρχει ατόφια και είναι η μεγαλύτερη της χώρας, η λίμνη Τριχωνίδα κι εκείνο το μεσημέρι που πήγαμε για φαγητό εκεί πάνω από τη λίμνη στο ξενοδοχείο με το όνομα της αρχαίας, είχε τόση ζέστη και υγρασία που η λίμνη είχε εξαχνωθεί και τα γύρω βουνά δεν υπήρχαν, αιωρούνταν λες και βγήκαν από ποίημα Ελύτη.

Και το βίστα πόιντ μου που επισκέφθηκα αμέσως μετά τη βροχή και που τείνει να μετατραπεί σε πρότυπη παράνομη φυσικά χωματερή - ας λάβουμε τα μέτρα μας...

Και ο Άγιος Νεκτάριος, που το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης ήταν στ' αλήθεια περιβεβλημένος με ομίχλη, κι αυτή τη φορά δεν το ονειρεύτηκα, το είδα, αλλά, ευτυχώς, κανείς αδελφός μου δεν έφυγε λάθρα για να μπαρκάρει, είναι άλλωστε μεγάλοι πια, κι ο μπαμπάς μου δεν είναι Διαμαντής!

Το Θέρμο είναι κωμόπολη, διοικητικά δήμος μαζί με κάμποσα χωριά εκεί γύρω που δεν τα θυμάμαι όλα, ορισμένα δε δεν τα έχω επισκεφθεί κιόλας. Αντικειμενική δεν παίζει να είμαι, ούτως ή άλλως, για κανέναν τόπο που επισκέπτομαι, θυμόμαστε, φοιτητές μου, ο χώρος πως σημασιοδοτείται ως τόπος και εν συνεχεία ο τόπος πως προσδιορίζεται βάσει της θέασης ως τοπίο για να καταλήξει ενίοτε σε προσωπική ή συλλογική, αδιάφορο για το ιστολόγιό μου, ουτοπία; Ναι, θυμόμαστε. Μπράβο, ομοίως κι εγώ.

Το Θέρμο είναι πράσινο, πολύ, έχει νερά, πολλά, και υγρασία, πολλή. Δυτική Ελλάδα, γαρ. 290 χιλιόμετρα δυτικά της Αθήνας, 290 κάτι ή παρά κάτι, πάντα το ξεχνώ, αλλά δεν είμαι και η ΑΑΑ, ΕΛΠΑ, ΕΛΤΑ ή όπως τη λένε, δεν υποχρεούμαι - εξάλλου και οι πινακίδες της Κορίνθου-Πατρών άλλ΄αντ΄άλλων λένε ως προς τις αποστάσεις, ξέρω που σου λέω, τα έχω μετρήσει τα χιλιομετράκια ένα προς ένα, τα μετρώ κάθε Τρίτη που "κίναγα να πάω στη δουλειά, στο Ρίο, αδελφές μου, στο Ρίο", κυρίως στα αριστουργηματικά ξέμπαρκα κομμάτια της εθνικής, της ποιας; Α, νόμισα πως βαριάκουσα ένεκα γρίπης, αλλά όχι, δε φταίνε τα μπαμπακάκια με οινόπνευμα που σνίφαρα όλη μέρα χτες για να ανοίξει η μύτη μου, όντως είναι καρμανιόλα. Την ξαναπέρασα, βλέπεις, και το 'χω φρέσκο το τραύμα...

Το Θέρμο έχει μια πηγή που μια φορά κι έναν καιρό είχε πέσει ένα μικρό κοριτσάκι κι ένα άλλο λίγο πιο μικρό είχε σπάσει τα αυγά κι έτρεχαν κρόκοι και ασπράδια από τη χαρτοσακούλα στο κόκκινο φόρεμά της, το καινούργιο, κι έγιναν κι οι δύο χάλια, κι αντί βόλτα, κατσάδα από πάνω, η βρεγμένη κι η λερωμένη, μετά μεγάλωσαν, καλά είμαστε αμφότερες, το αυτό επιθυμούμε και δι' υμάς και για όλους, ακόμη και για τους οχτρούς μας - που δεν έχουμε, γιατί είμαστε καλοί άνθρωποι!

Το Θέρμο κρατά την παιδική μου ηλικία κι αν ισχύει το "μόνη πατρίδα η παιδική μας ηλικία", τότε δικαίως το νιώθω πατρίδα μου. Αφορμή για αναμνήσεις άνθρωποι, τόποι, εποχές, γιορτές, προπάντων οι γιορτές, κι αν στο Πάσχα ορισμένοι αναγνώριζουν κάποια βαρβαρότητα, εγώ δεν τη βλέπω, εγώ βλέπω το αρνί να γυρίζει στην ταράτσα κι εγώ να στροβιλίζομαι στον Ικαριώτικο, και να είμαστε όλοι εκεί και να είμαστε όλοι καλά.

Το Θέρμο έχει μία ωραία πλατεία και πολλές καφετέριες, ο καφές είναι καλός, το δε wifi δωρεάν. Τι άλλο να ζητήσω απ' τη ζωή; Έχει άλλο ένα ξενοδοχείο στο βουνό, διάλεξε και πάρε, πολύ φαΐ, ποιοτικό φαΐ, κάνε καλού-κακού μία δίαιτα πριν πας.

Έχει και μία διαδρομή από Ναύπακτο προς Θέρμο, εκεί που περνάς τον Εύηνο που όλοι τον έχουν διασχίσει ως ράφτερς, εκτός από μας, που όλο πηγαίνουμε απ' τα μικράτα μας, κι όλο στο δρόμο είμαστε. Εμένα ποιος θα με πάει για ράφτινγκ; Ρωτώ! Η διαδρομή λοιπόν είναι απίστευτη, και δη την άνοιξη, και φέτος έβρεξε και χιόνισε τόσο πολύ που το ποτάμι ήταν γεμάτο, κατέβαζε νερά, πολλά νερά, καθαρά νερά, γαλάζια νερά, νερά που είχα χρόνια να δω. Έχει τρελές στροφές, αλλά εμείς δε μασάμε και η διαδρομή σε αποζημιώνει κανονικά. Μη χάσετε μόνο τη στοιχειωδέστατη σήμανση για Θέρμο και καταλήξετε σε κάποιο γραφικό χωριό, για το οποίο δε μπορώ να σας εγγυηθώ τίποτα - δεν έχω πάει.

Κι όταν με το καλό φτάσετε στο Θέρμο, αναζητήστε το μπαμπά μου. Θα χαρεί να σας γνωρίσει και να σας κεράσει και καφέ στα πλατάνια - αυτά που είναι στην πηγή, εκεί που έπεσε η άλλη κι έσπασα εγώ τα αβγά, ως άλλος Καρακατσάνης.

Ας πούμε και κάτι αποφθεγματικό, για να ολοκληρώσω την ανάρτησή μου:
"[...] I was mentally preparing a large empty space in my mind which would have to accommodate the thought of her dead. A large space like an unexplored subcontinent on the maps of my mind." Lawrence Durrell, Clea, Book III, Part II.
όπου το dead ας το πάρει ο καθείς κυριολεκτικώς ή μεταφορικώς, ανάλογα με την απώλεια που έχει να αναλογιστεί.

Ακούω πολλά, εσχάτως έχω μία προτίμηση για παλαιό Πάριο και δη 220 volt, δε θα σας το συνδέσω εδώ, το έβαλα στο fbook, αλλά επειδή, όπως προείπα, περί ορέξεως, μη σας καταπιέσω.

Διαβάζω το "Περί Έρωτος" του Σταντάλ. Θα αναφερθώ, όταν το τελειώσω.
Α, μην ξεχάσω. Athens Voice αύριο, θα είμαι.

Τρίτη 14 Απριλίου 2009

ΠΑΣΧΑ ΚΥΡΙΟΥ


Γιατί καλά και άγια τα ταξίδια, αγιότερο όλων των αγίων για μένα το Πάσχα. Και Πάσχα ίσον Θέρμο, και Θέρμο ήταν, είναι και θα είναι ταυτόσημο με την οικογένεια: την οικογένειά μου.
Και θα ζήσουμε το φολκλόρ στο έπακρο, γιατί έτσι μας αρέσει. Οι οικογένειες των ανθρώπων είναι για ν' ανταμώνουνε.
Αυτό μόνο, περιγραφές έπονται.

Καλή Ανάσταση, ως τότε ας σταθούμε στο "που έδυ σου το κάλλος", κι ας το μετρήσουμε ο καθένας με βάση την ομορφιά που έχασε ή την ομορφιά που δεν διατίθεται να χάσει για τίποτε στον κόσμο. Η βάση των πάντων είναι η ομορφιά, ας μην την υποβιβάζουμε σε επιφανειακές γυαλιστερές κενές αισθητικές προτιμήσεις.

Ακούω Διονύση Σαββόπουλο, Ας κρατήσουν οι χοροί, , και δη live, όπως του ταιριάζει. Για το Σαββόπουλο, θα επανέλθω.
Ας διαβάσουμε τα εγκώμια της Μεγάλης Παρασκευής, κι ας τ' αφήσουμε να μας πουν την προαιώνια αλήθεια τους.

Αλήθεια, εσείς τι θα κάνετε το Πάσχα;

Σάββατο 11 Απριλίου 2009

LONDON CALLING





Λονδίνο,
μεγάλος έρωτας, έρως διαρκείας, κάθε φορά που πηγαίνω το ερωτεύομαι και περισσότερο. Κρατάει πολλά χρόνια αυτή η κολώνια. Η κολώνια του Λονδίνου, το φεγγάρι από το αεροπλάνο της επιστροφής, η Tower Bridge, τα docks του Τάμεση και ο Χρίστος (στις φωτό, στις φωτό...). Ο Χρίστος φίλος, φίλτατος, από το Berkeley, μετράμε 11 χρόνια αισίως, στις Η.Π.Α., στην Ελλάδα, στην Αγγλία, στις χώρες του κόσμου που επισκεφθήκαμε μαζί, σε όσες πάμε χώρια και ανταλλάσσουμε εντυπώσεις και προπάντων σε κείνες που μας περιμένουν να τις επισκεφθούμε μαζί.

Λονδίνο: έχω πάει κάμποσες φορές, κάθε φορά είναι αλλιώς και είμαι αλλιώς, ποτέ καλοκαίρι, όχι τυχαία, Αιγαίο, σιγά μην τρέχω στα Λονδίνα, το καλοκαίρι δεν ξεκουνιόμαστε, αρμενίζουμε, τελεία και παύλα. Αυτή τη φορά έφυγα Δευτέρα ξημερώματα με καταιγίδα απίστευτη και ξενυχτισμένη, της τελευταίας στιγμής γαρ, λεπτο ύπνου, Nessun Dorma, ή εν πάση περιπτώσει, κοιμηθείτε, αγρυπνώ και σας φυλάω, τίποτε κακό, ποτέ πια, συν η ησυχία της νύχτας βοηθά να σκεφτείς ακριβώς αυτό που θες να πεις και τίποτε λιγότερο και κανένα περιττό στολίδι και να το καταθέσεις τότε, λίγο πριν φύγεις, κι αν πέσει σε ώτα μη ακουόντων, Oh, well...θα στενοχωρηθείς, αλλά θα σου περάσει, κι αν δε σου περάσει, δε θα το μάθει ποτέ.

Φτάνω Λονδίνο με τον ήλιο να με υποδέχεται και να μου κάνει τη χάρη να είναι εκεί σταθερά καθ' όλη τη διάρκεια της διαμονής μου. Όπου το Λονδίνο δεν έμοιαζε με Λονδίνο αυτή τη φορά, κάτι σε Ιταλία μου έκανε, κάτι σε Φλωρεντία, κάτι σε Ρώμη, κάτι σε κάτι άλλο πάντως. Τραπεζάκια έξω, παρέες με κρασί στο χέρι, κοντά μανίκια, κοντά παντελονάκια, χαμόγελα, βαρκάδες στον Τάμεση, όλα ανθισμένα και η διάθεση ευφρόσυνη, γιατί αφού έχει άνοιξη στο Λονδίνο, το έαρ θα μας καταδεχτεί κι εμάς εντός τε και εκτός, δε γίνεται αλλιώς.

Το Λονδίνο είναι μία υπέροχη πόλη, είναι πολλές διαφορετικές καταστάσεις και κάθε φορά ζω κι ένα διαφορετικό Λονδίνο. Αυτή τη φορά το Λονδίνο ήταν St. Catharine's docks (σταθμός Tube: Tower Hill), το ζην παραποταμίως, η βόλτα στον Τάμεση, ένας τεράστιος περίπατος, ήτοι: ξεκινάς από την άλλη πλευρά της Tower Bridge, τη διασχίζεις πεζή ως γνήσιος τουρίστας, θες να πας στην Tate Modern, αφού το θες, σε ξέρω, και περπατάς παράλληλα στο ποτάμι και απολαμβάνεις ήλιο και κόσμο να χαζεύει το θαύμα της μέρας. Και απέναντι ο τρούλος του καθεδρικού του St. Paul - αυτή τη φορά δε θα πας, συγγνώμη, Άγιέ μου, δεν προλαβαίνω, σε είδα παλαιά, θυμάσαι; Περνάς το City Hall, κάτι μεταξύ φουτουριστικό και στο όριο του kitsch, αρχιτεκτονικά ερεθίσματα σκέψης πολλά στο Λονδίνο και σκέφτομαι τα παιδιά μου που θα βρεθούν τέτοιες μέρες στο θάμπος της Νέας Υόρκης, λατρεμένοι φοιτητές, σας ζηλεύω που θα αντικρύσετε Νέα Υόρκη για πρώτη φορά, δε συγκρίνεται η πρώτη φορά, δεν, σας λέω.

Πίσω στο Λονδίνο, πας στην Tate Modern, σταματάς, να δεις και καμιά έκθεση, πέφτω πάνω σε ρωσικό κονστρουκτιβισμό, μου αρέσει, τζάμπα μετέφραζα το Comrades τόσον καιρό; Όχι, κάτι έμαθα. Aleksandr Mikhailovich Rodchenko πρωτοστατεί, αλλά εμένα με τραβάει το έργο της Βαρβάρας (Varvara Stepanova, η σύζυγος), κυρίως TWO FIGURES, ο άντρας τετράγωνος και μονοκόμματος κι η γυναίκα στρογγυλή, κάνε εσύ κονστρουκτιβισμό, Αλεκούκο μου, κι εγώ, γυναίκα εγώ, την ουσία κυνηγώ, την ουσία της φόρμας του ανθρώπου, ανδρός τε και γυναικός. Και υπέροχος, ελάχιστος πλην εμπεριστατωμένος και επί της ουσίας καταλογίσκος.

Τη μόνιμη της Tate Modern επί τροχάδην. Δεν ήταν αυτός ο στόχος μου αυτή τη φορά. Το gift shop τουναντίον αργά, βασανιστικά αργά το περιεργάζομαι, πάντοτε ο κήπος των θαυμάτων και μαζί με το αντίστοιχο του MOMA, της Νέας Υόρκης φυσικά, παιδιά μου να πάτε, κορυφαίο στο είδος του.

Και συνεχίζει ο περίπατος, παραποταμίως πάντοτε, διασχίζοντας την πόλη κι ανηφορίζοντας μέσα από το Covent Garden (tube: Covent Garden, άμα βαριέσαι το περπάτημα ή βρέχει ή και τα δυο) και την εύθυμη, πλην αδιάφορη πανήγυρή του, γραμμή για Bloomsbury και γωνία Russell και Bloomsbury, τι έχει;

Έχει Βρετανικό Μουσείο, από βιβλίο της Άγκαθα Κρίστι απευθείας βγαλμένο, εντυπωσιακά ανακαινισθέν εντός με το υπέροχο αίθριο να το λούζει ο ήλιος, διότι προνοητικός γαρ ο αρχιτέκτων, κάποτε θα δεήσει να βγει ο ήλιος σου λέει, δε μπορεί να μείνει για πάντα πεισματικά προσκολλημένος στη Μεσόγειο. Τα μάρμαρα του Παρθενώνα για ανθρωπολογική παρατήρηση των επισκεπτών περισσότερο, αλλά κάθε φορά, όσο μπλαζέ και να προσπαθείς σε συνεπαίρνει η τεχνική αρτιότης και πέρα από κάθε ιδεολογία ή πολιτική σκοπιμότητα, αντιλαμβάνεσαι γιατί να "σφάζονται παληκάρια". Τη Στήλη της Ροζέττας δε θα κατορθώσω να τη φωτογραφίσω ποτέ, βρε κάντε μου λίγο χώρο, μια τοσηδά φωτογραφία, όχι, κυρία μου, είμαι τουρίστας, για τη στήλη ήρθα, έτσι μου 'παν, αυτό κάνω κι εγώ, κι άμα μείνω εδώ και την κοιτάζω μέχρι μεθαύριο θα το ανοίξει το ρημάδι της και θα μου μιλήσει κιόλας, polyglott γαρ - η στήλη, για να εξηγούμεθα.

Και τα κυκλαδικά, τα δωράκια του J. Theodore Bent στο κατεξοχήν μουσείο της πατρίδος. Πού τα βρήκες, Θεόδωρε; Με το ανυπέρβλητο βιβλίο σου (Cyclades, or life among the insular Greeks, έχω ξαναγράψει γι' αυτό, νομίζω, αν όχι, γράφω τώρα).

Πού θα φάς:
tapas bar, DEHESA, 25 Ganton St, Oxford Circus, και μπορεί και να δεις και τον Denzel Washington, δεν πρόλαβα να λιποθυμήσω, next time, I promise! Τι να φας;
tapas, ό,τι θες, όλα καλά είναι, τι να πιεις, cava rosado, μα πόσο πολύ τα ακριβοπληρώνουμε τα κρασιά σε αυτή τη χώρα; αναφώνησα για άλλη μια φορά.

gaucho, αργεντίνικο, απ' αυτά με τα μοσχάρια, απέναντι από το City Hall, και πιάτο η Tower Bridge, το City Hall και ανάμεσα η πανσέληνος σε ανέφελη βραδιά, αυτά είναι. Άψογα μοσχάρια, ανατριχιαστικά ακριβή κοψίματα, ορθή εκτέλεση του "medium, rare" (κανιβαλίζω το κρεατάκι μου, πειράζει;) και κάτι τυροψωμάκια μπουκιά και συχώριο κυριολεκτικώς - και μαζί με το συχώριο 1,000,000 θερμίδες, χαλάλι όμως, τόσο περπάτημα γαρ.

τι διαβάζω: το Αλεξανδρινό Κουαρτέτο, η εμμονή μου τον τελευταίο καιρό, κυρίως το τέταρτο και τελευταίο βιβλίο, Κλέα τιτλοφορείται, Lawrence Durrell ο συγγραφέας, υπενθυμίζω, κυρίως η Κλέα, γιατί εκεί, ό,τι ήταν να προδώσουν το πρόδωσαν, ό,τι ήταν να χάσουν το έχασαν κι εμφανίζονται οι εναπομείναντες ο ένας απέναντι στον άλλον, αγνότεροι από ποτέ, απογυμνωμένοι από τις υποκριτικές συμβάσεις τους και πληγωμένοι ανεπανόρθωτα από τον πόλεμο που σάρωσε τις ζωές τους. Σπαρακτικές διαπιστώσεις περί έρωτος και ανθρώπινης φύσης, γλώσσα που τσακίζει και λες, αφού έγραψε αυτός, και δη έτσι, άλλος ας μη γράψει ποτέ ξανά - το λες και σε άλλες περιπτώσεις, σιγά-σιγά θα αποκαλύπτονται.

τι ακούω: όχι το London Calling, παρά τον τίτλο της ανάρτησης.
Η Ζωή εν Τάφω , και, ναι, το youtube.com αποθεώνεται, ευχαριστίες σε όντινα το ανέβασε. Μητσιάς και Ξυλούρης, έτσι για να μπαίνουμε στο κλίμα. Πάσχα Κυρίου, ταξίδι αυτοκριτικής και αυτογνωσίας, τι έκανα, τι παρέλειψα, τι έθαψα, τι μένει να αναστήσω.

Κυριακή 5 Απριλίου 2009

ΒΡΑΥΡΩΝΑ






Κι αφού καταλάγιασε λιγάκι εντός μου ο απόηχος της παρουσίασης κι αφού είχα τάξει όχι μια εκδρομή, κατά το άσμα, παρά την αφήγηση μιας εκδρομής, γράφω για τη Βραυρώνα, όπου βρέθηκα ξανά πρόσφατα μετά από χρόνια.

Βραυρώνα εστί περιοχή της Ανατολικής Αττικής, κοντά στο Πόρτο-Ράφτη, αλλά καμία σχέση με Ανατολική Αττική, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί και δομηθεί εσχάτως.

Μείναμε δύο μέρες, σχεδόν, είχα μάθημα Κυριακή πρωί, άχαρα πράγματα, να σηκώνεσαι άρον-άρον εκεί που την έχεις καταβρεί, αλλά αφενός, έτσι είναι η ζωή, που θα έλεγε η θεά Βίκυ (Μοσχολιού), ήτοι "εκεί που πάω να σε συνηθίσω, σε χάνω" (αυτό δεν είναι Μοσχολιού είναι Σαββίνα Γιαννάτου και Δημήτρης Λάγιος), και αφετέρου ήταν αρκετές τελικά. Μείναμε στο γνωστό ξενοδοχείο, δε θα το διαφημίσω, δεν έχω λόγο, ένα είναι. Και είναι ό,τι πρέπει. Αν, δε, μπορείτε να πάτε Παρασκευή-Σάββατο, αντί για Σάββατο-Κυριακή, την Παρασκευή όλος ο χώρος της υδροθεραπείας δικός σας.

Και η θέα, και η θέα, ζητήστε δωμάτιο στον 6ο και θα με θυμηθείτε. Και η ησυχία, προπάντων η ησυχία. Η θέα, λοιπόν, είναι ανυπέρβλητη, γιατί η απέναντι πλευρά είναι καταπράσινη και ελάχιστα κτισμένη και μεσολαβεί η θάλασσα που εκείνη την Παρασκευή ήταν απαστράπτουσα και πιο γαλάζια από ποτέ και μια αμμουδιά στα δεξιά όχι μικρή και παραπέρα ακόμη ελιές, λουλούδια κίτρινα στρώματα ολόκληρα, λοφίσκοι, ευλογημένο, αγαπημένο αττικό τοπίο. Γαλήνη, δεν υπάρχει ψυχή ζώσα νομίζεις, δε σε ενοχλεί κανείς, γι' αυτό ήρθες εξάλλου, για να ηρεμήσεις και για να μην ακούς - το νέτμπουκ στο σπίτι, το κινητό στο δωμάτιο, παρεκτός κι αν θες οπωσδήποτε ν' ακούσεις εκείνο το τραγούδι στη θάλασσα, όρα: φωτό-πειστήριο.

Η υδροθεραπεία ήταν ευεργετική, τοξίνες έφυγαν σωρηδόν από το σώμα και κυρίως από το μυαλό και την ψυχή μας, κάθαρση, πως το λένε, νεράκια να τρέχουν, εσύ μέσα στο νεράκι, και ό,τι σε βάρυνε, ό,τι σε πίκρανε, ό,τι σου έδωσε μάταιες ελπίδες, και τις καταδέχτηκες, κόντρα στον Αλεξανδρινό, που πόσες φορές στο 'χω πει να τον ακούς κι εσύ κωφεύεις, εν πάση περιπτώσει, όλα αυτά απουσιάζουν. Επικρατεί ησυχία κι αυτή δεν πληρώνεται με τίποτα.

Και μετά στη θάλασσα, δεν είναι δύσκολο, ένας δρόμος υπάρχει, φτάνεις στη θάλασσα και έρχεται η ώρα της γιορτής: εμείς Veuve Clicquot rose vintage, εσείς ό,τι θέλετε, δεν έχει σημασία, άλλωστε, de gustibus et coloribus non disputandum. Στην υγειά μας, σε ένα ανυπέρβλητο απόγευμα, στην υπόσχεση της θάλασσας του καλοκαιριού. Φυσικά χωρίς παπούτσια, φυσικά πόδια μέσα στο νερό ως τη μέση της γάμπαςκι ακόμα παραπάνω, φυσικά ήταν κρύο και φυσικά οι UGGS δεν το καλοδέχτηκαν το μουλιασμένο ποδαράκι μετά.

Βραυρώνα είναι και κάτι άλλο, καίτοι αυτή τη φορά δεν πήγαμε, δε συνέτρεχε άλλωστε, άλλος ήτο ο σκοπός της επίσκεψής μας:
το Ιερό της Αρτέμιδος, ένας χώρος μαγικός, παραπέμπει στον "Κήπο με τα Αγάλματα" - το θυμάται κανείς, εκτός από μένα; Νερά, βλάστηση ανεξέλεγκτη, τα ερείπια του ναού, ένα ελάχιστο μουσείο - κλειστό, έμαθα προσφάτως - και πρωτίστως η ιδέα ότι κάποτε εκεί τελούνταν ορισμένες από τις ομορφότερες λατρευτικές πράξεις της αρχαίας Ελλάδας: η ιδέα της άρκτου, τα κοριτσάκια-ιέρειες, η αφιέρωση του πλέον πολυποίκιλτου και βαρύτιμου και εισηγμένου ενίοτε ενδύματός σου στη θεά - όποιος είπε ότι Έλληνες και Πέρσες δε μιλιούνται, είχε τόσο μα τόσο άδικο, και μιλιούνται και τα ψώνια τους κάνουν και δη κατά τον 5ο αι. π.Χ., ειδικώς οι κυρίες - η ιδέα μίας λατρείας σχεδόν κατ' αποκλειστικότητα γυναικείας.

Τέλος, γιατί, καλά όλα αυτά, αλλά εμείς πεινάμε, συνεχίζεις μετά το ξενοδοχείο κι εκεί που λες ότι πως βρεθήκαμε μέσα στα χωράφια ως άλλοι Ντιουκς, βρίσκεσαι στη θάλασσα ξανά, σε παράταξη οι ταβέρνες, πάνω στο νερό σχεδόν, και διάλεξε όποια σε εξυπηρετεί.

Και όλα τα παραπάνω κάτι περισσότερο από μία ώρα από την πραγματική σου ζωή.

Διαβάζω:
τη χιλιοκιτρινισμένη "Αστραδενή" μου της Φακίνου για τη σύνδεση με τη λατρεία της Αρτέμιδος και τις μικρές άρκτους.

Ακούω:
Ας ακούσουμε, αφουγκραστούμε καλύτερα, τη μέσα μας φωνή, αυτή που υπαγορεύει αποφάσεις και δράσεις και ας πράξουμε αναλόγως.

Εγώ τώρα, ετοιμάζω (άλλο ένα) ταξίδι. Θα σας τα πω όλα, όταν επιστρέψω, σύντομα...Μέχρι τότε, καλή αντάμωση!